Sunday, January 14, 2007

Bound


Το διαολεμένο γέλιο του, αντηχούσε στους τέσσερις τοίχους του δωματίου...στους τέσσερις τοίχους του μυαλού της, στα κουφώματα, κάτω από τα κύτταρα, μέσα από τους σοβάδες...Διαπερνούσε κάθε τι υλικό και έφτανε στο κέντρο του εγκεφάλου της, εκεί που την έτσουζε περισσότερο, εκεί που ένιωθε ότι ήθελε να ουρλιάξει, πιο δυνατά από κάθε οργασμό που είχε ποτέ στη ζωή της, εκεί που ένιωθε ότι ήθελε να προστάξει κάθε αιμοσφαίριό της να βάλει τα δυνατά του για να την βοηθήσει να σπάσει σε χίλια κομμάτια το γαμημένο γέλιο του, να το κάνει θρύψαλα και μετά να σταθεί από πάνω του να το φτύνει, να το πατάει...και τότε σκεφτόταν θα σταματούσε να ταν γέλιο...Θα ήταν κλάμα, γοερό, παρακαλητό, ικετευτικό, αλλά αυτά μόνο σκέψεις ήταν...Το γέλιο υπήρχε παντού και υπήρχε κι αυτός...κι αυτή στη μέση του δωματιου σε μια καρέκλα...δεμένη, χέρια πόδια, στόμα...Τον έβριζε από μέσα της, αλλά συνάμα τον παρακαλούσε να μην της κάνει κακό! Κι αυτός το ήξερε, το χαιρόταν, γι αυτό γελούσε, γι αυτό καθόταν και το ευχαριστιόταν...απέναντι της, μέσα στα μάτια της, τα βουρκωμένα, θυμωμένα μάτια της...Θα μπορούσε να της κάνει πολλά, να αρχίσει να την γλείφει, να την γδύσει και να την γαμήσει, να την κάνει να νιώσει για μια ακόμη φορά τον petite mort...Αλλά πραγματικά μόνο ένα πράγμα ήθελε, ένα τελευταίο πράγμα επιθυμούσε, μία πράξη, το opus magnus του...το θάνατο της!Ήταν έτοιμος να περάσει από την πύλη των ορίων, από την πόρτα της λογικής και να βρεθεί στα λιβάδια και τις λίμνες της τρέλας, της παράνοιας εκεί που δεν θα τον πείραζε τίποτα, εκεί που θα έκανε χωρίς άγχος αυτό που ήθελε...Το μόνο που ήθελε ήταν το κλειδί για να ξεκλειδώσει αυτά τα αισθήματα, τη χαρά, την ευτυχία!Το κλειδί το κρατούσε ήδη στα χέρια του, ή μάλλον μέσα του, το ήξερε, το ένιωθε, το αισθανόταν καυτό μέσα του να βράζει, να ξερνάει φλεγόμενα βέλη προς κάθε κατεύθυνση, να δημιουργεί πίδακες λάβας....Ο έρωτας του γι αυτήν ήταν πέραν κάθε φαντασίας και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γι αυτό...Θα την σκότωνε για να την κρατήσει για πάντα κοντά του, για να μην φύγει ποτέ από τα δεσμά του, θα την φρόντιζε μονάχα αυτός...για πάντα...Δεν άντεχε να τη βλέπει άλλο να υποφέρει!Σκούπισε τον λυσσασμένο ιδρώτα από το πρόσωπο του, σηκώθηκε παραπατώντας και την πλησίασε...Τα μουγκρητά της ουδόλως τον ενδιέφεραν!Ακούμπησε το μαχαίρι στο λαιμό της και δεν το πολυσκέφτηκε, τράβηξε μια και τότε είδε το ζεστό αίμα να πετάγεται σαν νερό από βράχο, σαν πηγή ζωής, τα μάτια της δακρυσμένα είχαν κοκκαλώσει, κοίταζαν το κενό και το σώμα της ακίνητο, ένα σακί...Το αίμα είχε δημιουργήσει λίμνη κάτω...Ξάπλωσε, ακούμπησε με τις παλάμες του το κόκκινο ρυάκι και έπλυνε το πρόσωπο του...Ένιωσε το σώμα της, το χάιδεψε και μάζεψε όλο περισσότερο ερυθρό υγρό μπόρεσε και έλουσε με αυτό το κεφάλι του...Γελούσε...Είχε περάσει τα σύνορα...Κυλιόταν στο γρασίδι, κολυμπούσε στις λίμνες...Ζούσε επιτέλους ελέυθερος...Είχε τελειώσει...Την είχε...Για πάντα μαζί...

Sunday, January 07, 2007

Είπες...

Είπες πως θα βρίσκαμε χρόνο...


Είπες ψέματα...




Σίγουρα κάνω το σωστο????